Κάποιες δεκαετίες πριν, η έντονη ερωτική επιθυμία μιας γυναίκας για το σύζυγό της θεωρούνταν εξ ορισμού άτοπη. Ιστορικά ο γάμος και το πάθος ήταν δύο τομείς ξεχωριστά οργανωμένοι-από εδώ η γαμήλια ένωση από εκεί το πάθος. Ο ρομαντισμός, που εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, ένωσε αυτά τα δύο για πρώτη φορά. Δεκαετίες αργότερα, η σεξουαλική σχέση απέκτησε σημαντική θέση στο γάμο και το ζευγάρι έχει πλέον σοβαρές προσδοκίες ως προς την ερωτική του ζωή.
Οι κοινωνικές και πολιτιστικές μεταβολές των τελευταίων πενήντα ετών έχουν επαναπροσδιορίσει τη σχέση του ζευγαριού. Το σεξ αποσυνδέθηκε από την αναπαραγωγή μετά από τη σεξουαλική επανάσταση της δεκαετίας του ’60, τη γυναικεία χειραφέτηση, τη χρήση αντισυλληπτικών και το κίνημα των ομοφυλόφιλων. Η σεξουαλική επαφή απενοχοποιήθηκε και αναγνωρίστηκε ως αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα και για τα δύο φύλα.
Αυτές οι εξελίξεις, σε συνδυασμό με τη μεταπολεμική οικονομική ευημερία, οδήγησαν σε μια περίοδο ελευθερίας και κυριαρχίας του ατομικισμού. Ενθαρρύνεται η επιδίωξη της προσωπικής πληρότητας και της σεξουαλικής ικανοποίησης, καθώς και η απελευθέρωση από τους περιορισμούς της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής, που μέχρι τώρα βασιζόταν στο καθήκον και στην υποχρέωση. Αυτή όμως η έκδηλη υπερβολή οδήγησε σ’ ένα νέο είδος βασανιστικής ανασφάλειας. Η οικογένεια, η κοινότητα και η θρησκεία μπορεί πράγματι ως ένα βαθμό να περιόριζαν την ατομική ελευθερία, όμως σε αντάλλαγμα έδιναν την απαραίτητη αίσθηση ότι ανήκουμε κάπου. Αυτοί οι παραδοσιακοί θεσμοί πρόσφεραν τάξη, νόημα, συνέχεια, και κοινωνική στήριξη. Ο κλονισμός τους ναι μεν σήμανε περισσότερες επιλογές και λιγότερους περιορισμούς, αφετέρου δε σήμανε την μεταφορά μιας ρευστής αγωνίας στις στενές μας σχέσεις που υπονομεύει το βάθος και την ποιότητα τους στο σύνολό τους.

Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθώ στο λόγο που με έκανε να πραγματευθώ ένα τέτοιο αντίρροπο ζήτημα που στοχεύει στον επαναπροσδιορισμό της ερωτικής σχέσης και την αποκατάσταση ισορροπίας : «Πώς μπορούμε δηλαδή να διατηρούμε την ετερότητα και την αυτονομία μας ως άτομα και παράλληλα να συνάπτουμε σχέσεις αμοιβαίας οικειότητας που να αντέχουν στο χρόνο»; Σύμφωνα με τον Βρετανό κοινωνιολόγο Άντονι Γκίντενς, έχουμε γίνει οντολογικά πιο ανήσυχοι, πιο ελεύθεροι αλλά ίσως και περισσότερο μόνοι. Πώς γίνεται λοιπόν, να συνάπτουμε δεσμούς όχι ως πανάκεια για την υπαρξιακή μας μοναξιά και ουχί ως μέσον για την αλληλοεπικάλυψη ανασφαλειών; Πώς μπορούμε να εμπιστευόμαστε στην αγάπη έναν ελεύθερο, ολόκληρο εαυτό με σκοπό την πραγματική συντροφικότητα μέσα από τον αμοιβαίο σεβασμό, την αμοιβαία αρωγή και εξέλιξη; Σε πρώτο πλάνο χρειάζεται να αποκτήσουμε επίγνωση του εαυτού μας, και να αντλήσουμε προσωπική ασφάλεια εκ των έσω. Να αποδεχτούμε και να αγαπήσουμε τον εαυτό μας, να κάνουμε καλή παρέα μαζί του και να δημιουργήσουμε για μας ένα ασφαλές εσωτερικό αυτό-ενθαρρυντικό πλαίσιο ώστε να εστιάζουμε στα δυνατά του σημεία. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει να δούμε τον εαυτό μας σ’ ένα πλαίσιο αυτογνωσίας που περιλαμβάνει λ.χ. διαχείριση τραυμάτων, επαναπρογραμματισμό του νου, απελευθέρωση συναισθημάτων, επίτευξη προσωπικών στόχων, αύξηση αυτοεκτίμησης κ.α.

Σε δεύτερο επίπεδο, χρειάζεται να δούμε προσωπικές αποτυχίες και αρνητικά βιώματα που ως τώρα έχουμε, ως πραγματικές ευκαιρίες για να μπορέσουμε να ξεκαθαρίσουμε τι πραγματικά θέλουμε ώστε να νοιώθουμε χαρούμενοι και πλήρεις.
Στη συνέχεια διανύοντας ένα διάστημα με τον πραγματικό εαυτό μας και αναλαμβάνοντας τον έλεγχο της ζωής μας μπορούμε να δούμε καθαρά τον άλλο απεναντί μας εκτιμώντας αυτό που πραγματικά είναι.
Πόσες φορές δεν έχουμε βιώσει την απογοήτευση του «μη αυθεντικού προσώπου»,ενός προσώπου που ερωτευθήκαμε όχι εκείνο, αλλά μια καθορισμένη εικόνα του, βασισμένη στις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες, την οποία πλάσαμε με τη φαντασία μας; Πόσες φορές δεν θελήσαμε να αλλάξουμε το ένα ή το άλλο στο άτομο που βρισκόταν δίπλα μας για να ταιριάξει με την εικόνα που θα θέλαμε εμείς να είναι, ίσως την εικόνα που και εκείνο λόγω ανασφάλειας και έλλειψης αυτοαποδοχής τροφοδοτούσε; Το κλειδί είναι η αυτογνωσία! Το αντίδοτο το κρατάμε στο χέρι μας.. Βλέποντας καθαρά τον εαυτό μας μπορούμε να δούμε και τους άλλους γι’αυτό που πραγματικά είναι. Σε μια σχέση αμοιβαίας αποδοχής, διατηρούμε την ατομικότητά μας , μοιραζόμαστε κοινά πράγματα , συνεργαζόμαστε και αξιοποιούμε συμπληρωματικά τις αντιθέσεις. Ας προχωρήσουμε λίγο τη σκέψη μας στο σημείο που έχουμε βρεί ένα άτομο για το οποίο νοιώθουμε αρχικά ισχυρή έλξη, ενθουσιασμό, θαυμασμό και μας συναρπάζει το παιχνίδι της αλληλοανακάλυψης του άγνωστου, του μυστηρίου..Ας σημειώσουμε ότι ανέκαθεν ο ερωτισμός ευδοκιμεί στο άγνωστο, το έντονο και το απρόβλεπτο. Χωρίς το στοιχείο της αβεβαιότητας δεν υπάρχει λαχτάρα, προσμονή και ανατριχίλα.
Ωστόσο, σύντομα θέλουμε να δημιουργήσουμε μια πιο στενή σχέση με αυτό το άτομο και αρχίζουμε να μειώνουμε την απόσταση μεταξύ μας, να ελαχιστοποιούμε τις απειλές και να ελέγχουμε το άγνωστο. Δυστυχώς όμως συχνά στην προσπάθεια να ελέγξουμε τους κινδύνους του πάθους και να μεγιστοποιήσουμε την οικειότητα, τείνουμε να το εξαφανίσουμε, και ενώ αγαπάμε το άλλο άτομο αρχίζουμε να νοιώθουμε ερωτική πλήξη. Είναι πολλές οι περιπτώσεις των ανθρώπων που συνάπτουν επιφανειακές ή ακόμη και εικονικές σχέσεις για να προστατευθούν από αυτή τη φθορά αλλά έτσι αποστερούν από τον εαυτό τους τον πλούτο μιας βαθειάς συντροφικής σχέσης. Πως μπορεί λοιπόν κανείς να συμφιλιώσει τον ερωτισμό με την καθημερινότητα; Όπως αναφέρει ο Γάλλος συγγραφέας Μαρσέλ Προυστ: «Το αληθινό ταξίδι της ανακάλυψης δεν έγκειται στην αναζήτηση νέων τοπίων αλλά στην αλλαγή οπτικής». Η εξασθένηση του ρομαντισμού δεν οφείλεται τόσο στην αύξηση της οικειότητας όσο στο φόβο που μπορεί να νοιώσουμε, όταν καλούμαστε να αναγνωρίσουμε την ανεξαρτησία του άλλου. Όταν ο σύντροφος μας στέκεται μόνος του, δυνατός και ελεύθερος, το εύθραυστο του δεσμού μας είναι πιο ξεκάθαρο. Η κλασσική άμυνα σ’αυτή την απειλή είναι να παραμένουμε στο βασίλειο της οικειότητας με παράδοξους τρόπους-καυγάδες για ασήμαντα θέματα, σεξ χωρίς φαντασία και πολλές απαιτήσεις.

Ας αλλάξουμε την οπτική γωνία που βλέπουμε τα πράγματα..Ας δούμε τον άλλο έξω από ένα συμβατικό πλαίσιο-από μια ευρύτερη οπτική γωνία-ακόμη και μέσα σε ένα πολύχρονο γάμο ή μακρόχρονη σχέση. Αν η βεβαιότητα είναι έμφυτη στις σχέσεις, το ίδιο είναι και το μυστήριο. Όσο και αν νομίζει κανείς ότι ξέρει καλά τον άλλο, για να τα βγάλει πέρα με την ετερότητα, και να νοιώθει ασφάλεια μέσα στη σχέση, πάντοτε η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης μας επιφυλάσσει εκπλήξεις και ο άλλος όπως και εμείς οι ίδιοι είμαστε στην ουσία μια συνεχής ανακάλυψη, διαφορετικών εαυτών που συνθέτουν μια ανεξάντλητη φύση άπειρων δυνατοτήτων. Μόλις αρχίσουμε να το παραδεχόμαστε αυτό η επιθυμία θα διατηρεί τη φλόγα της και κάθε μέρα το παλιό θα μοιάζει πάλι καινούριο.
Ο Μεξικάνος ποιητής Οκτάβιο Παζ παρομοιάζει τον ερωτισμό με την ποίηση του σώματος, τη μαρτυρία των αισθήσεων. Όπως ένα ποίημα ο ερωτισμός δεν είναι γραμμικός. Περιφέρεται και επιστρέφει. Μας δείχνει τα αόρατα, αυτά που φαίνονται μόνο με τα μάτια της ψυχής. Μας αποκαλύπτει έναν άλλο κόσμο μέσα σ’ αυτόν που ζούμε. Θεωρώ το παιχνίδι μια εναλλακτική πραγματικότητα ανάμεσα στο απτό και στο φανταστικό, ένα ασφαλές μέρος όπου πειραματιζόμαστε, επαναπροσδιοριζόμαστε και ρισκάρουμε. Η αυστηρή σοβαρότητα δεν έχει θέση εδώ. Εξ ορισμού το παιχνίδι είναι ξένοιαστο, φυσικό και δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Ίσως πολλές φορές κάτι τέτοιο να μοιάζει ελάττωμα στον πολιτισμό μας της υψηλής αποδοτικότητας και της διαρκούς υπευθυνότητας. Κι όμως, δε γίνεται να απολαύσουμε αν δε χάσουμε για λίγο τον έλεγχο, αν δεν αδιαφορήσουμε προς στιγμή για τις συνέπειες και την κριτική .

Για τα παιδιά το παιχνίδι είναι κάτι φυσικό, αλλά μεγαλώνοντας χρειάζεται να το υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας. Συχνά μέσα από την ερωτική επαφή επιτρέπουμε στον εαυτό μας μια γέφυρα με την παιχνιδιάρικη διάθεσή μας. Αν διατηρούμε το παιχνίδι ζωντανό παραμένουμε σωματικά και αισθησιακά ζωντανοί..
Είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπίζουμε τις ήπιες και ανενεργές φάσεις του έρωτα σαν πρόκληση!
Είναι φυσιολογικό η ερωτική ένταση κάποιες χρονικές περιόδους να ατονεί λόγω προσωπικών σχεδίων και προβληματισμών αλλά το στοίχημα το κερδίζει κανείς όταν επανεστιάσει στη σχέση, δώσει την πρέπουσα προσοχή, και αναβιώσει την έξαψη.
Συμπερασματικά, η αγάπη εμπεριέχει και την ασφάλεια και την περιπέτεια, και πάντα υπάρχει ένα μέρος ανεξερεύνητο όσα χρόνια κι αν περάσουν. Η δέσμευση προσφέρει μία από τις μεγαλύτερες πολυτέλειες στη ζωή: χρόνο. Ο γάμος δεν είναι το τέλος του έρωτα, είναι η αρχή. Αρκεί να ατενίζει κανείς τη σχέση σαν κάτι ζωντανό και συνεχόμενο και όχι σαν τετελεσμένο γεγονός. Σαν ευκαιρία για περιπέτεια και πλούσιες συγκινήσεις. Σαν μια ιστορία που δύο άνθρωποι γράφουν μαζί, με πολλά κεφάλαια και άγνωστο τέλος.


Κάλεσε τώρα στο Τηλ. 697 2057 977
... και αξιοποίησε μια απο τις υπηρεσίες συμβουλευτικής, ψυχοθεραπείας και προσωπικής ανάπτυξης
Δενδραλίδη Λίνα
Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια Bsc., Msc.
Πτυχιούχος Παντείου Παν/μείου
Master Γνωσιακή Επιστήμη, Παν/μείου Αθηνών
Μέλος Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων